Σπάνια ένας λατρευτικός χώρος συνδέθηκε τόσο πολύ με τους ανθρώπους που ζουν κοντά του και επηρέασε τόσο έντονα τη στάση και τον τρόπο της ζωής τους, όσο ο ιερός ναός της Καπετανιανής Παναγιάς. Η επιρροή αυτή δεν περιορίστηκε στο στενό περιβάλλον των Αστερουσίων Oρέων όπου βρίσκεται, αλλά ξεπέρασε τα στενά όρια της Κρήτης, η δε τεράστια συμβολή του μπορεί να εντοπιστεί στα εξής:
- Στη διάδοση του μοναχισμού και του ασκητισμού.
- Στη διαμόρφωση του οργανωμένου κοινοβιακού μοναχισμού.
- Στη γέννηση της «νοεράς προσευχής» που θα οδηγήσει στο πανορθόδοξο πνευματικό κίνημα του μοναχισμού και στην άνθηση της νηπτικής μυστικής θεολογίας.
- Στη μεγάλη εθνική και εκκλησιαστική δράση των αντιρρητών θεολόγων.
- Στη διάσωση της χιλιετούς κληρονομιάς του Βυζαντίου, ακόμη και μετά την πτώση του, στον τομέα της αγιογραφίας με τα εξαιρετικά δείγματα της ιδεαλιστικής σχολής της Κωνσταντινουπόλεως που διαφύλαξε.
- Στην προέλευση και διαμόρφωση της Κρητικής Σχολής αγιογραφίας που αποτελεί το κυριότερο επίτευγμα της Κρητικής Αναγέννησης.
- Στην επαναφορά του κρητικού μοναχισμού στο πνευματικό επίπεδο, που είχε απωλέσει κατά τους χρόνους των κατακτητών και των επαναστάσεων.
- Βέβαια η υπερβολή είναι δεδομένη, εφόσον το τόσο σημαντικό αυτό μνημείο με την καθοριστική παρουσία του στο χώρο και το χρόνο είναι σήμερα γνωστό μόνο στον πολύ μικρό κόσμο «ειδικών» επιστημόνων, που και αυτοί έχουν έναποθέσει τη μελέτη του στο μέλλον.
- Η παντελής έλλειψη αναφορών του ναού στις πηγές εξαιτίας της απομακρυσμένης και δυσπρόσιτης θέσης του, καθώς και η μέχρι σήμερα αδημοσίευτη ιστορία του ή έστω η περιγραφή του, κάνουν να φαίνονται υπερβολικά, όσα ελάχιστα σε σχέση με αυτά που θα μπορούσαν να γραφούν παρατίθενται στο παρόν, όσο το δυνατόν, συμπυκνωμένο κείμενο.
Ο ιερός ενοριακός ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, γνωστός ως «Παναγία του Κύριε Ελέησον», βρίσκεται στον ορεινό, άλλοτε ακμαίο, οικισμό των Καπετανιανών Μονοφατσίου, στο κεντρικότερο σημείο των Αστερουσίων Ορέων. Είναι χτισμένος σε απόσταση αναπνοής από την ανθρωπόμορφη κορυφή του Κοφίνου, που από τα προϊστορικά χρόνια μέχρι σήμερα και εξακολουθεί να θεωρείται ιερός τόπος. Πρόκειται για μονόκλιτο ή μονόχωρο καμαροσκέπαστο ναό που διευρύνεται με μεγαλύτερο εγκάρσιο κλίτος δίκην νάρθηκα στη δυτική του πλευρά.
Η ανέγερση και αγιογράφησή του τοποθετείται χρονολογικά στα έτη 1401-1402, όπως αποκαλύπτει η κτητορική επιγραφή με τον Ινδικτίωνα.
Όμως, δεν αρχίζει τότε η ιστορία του, αφού το ίδιο σημείο λειτούργησε ως λατρευτικός χώρος από τα παλαιοχριστιανικά χρόνια.
Δεν θα αναφερθούμε καθόλου στα όστρακα και λοιπά θραύσματα, που βρίσκονται διάσπαρτα στον χώρο, κυρίως βορειοδυτικά του ναού και παραπέμπουν χιλιετίες παλαιότερα. Θα αρχίσουμε να ξετυλίγουμε το νήμα της ιστορίας αυτού του ναού από την ανατολή της θρησκείας του Θεανθρώπου Αφέντη Χριστού, του οποίου η αναχώρηση και παραμονή στην έρημο, θα αποτελέσει το έναυσμα για τη δημιουργία ενός ιδιότυπου τρόπου ζωής, ο οποίος αφού πέρασε από διάφορα στάδια αναχωρητισμού και ασκητισμού κατέληξε στον κοινοβιακό μοναχισμό, όπως περίπου υφίσταται σήμερα.